- μάγμα
- Μάζα σε υγρή κατάσταση (τήγμα) που υπάρχει σε ορισμένες βαθιές ζώνες του φλοιού της Γης (μαγματικές φωλιές). Όταν το μ. απομακρυνθεί από αυτές τις μαγματικές εστίες, όπου η θερμοκρασία είναι πολύ υψηλή, υφίσταται βραδεία ψύξη, σε μεγάλο βέβαια χρόνο, με αποτέλεσμα τη στερεοποίησή του και στη συνέχεια τον σχηματισμό πετρωμάτων. Εφόσον η στερεοποίηση του μ. γίνεται στο εσωτερικό του φλοιού της Γης, τα πετρώματα ονομάζονται πλουτωνίτες ή πετρώματα διείσδυσης· όταν γίνεται στην επιφάνεια του γήινου φλοιού, τα πετρώματα ονομάζονται ηφαιστίτες ή πετρώματα έκχυσης. Οι συνθήκες στερεοποίησης στο εσωτερικό του φλοιού είναι τελείως διαφορετικές από αυτές που ισχύουν στην επιφάνεια, γι’ αυτό και τα πετρώματα που δημιουργούνται είναι τελείως διαφορετικής σύστασης. Η χημική σύσταση του μ. είναι γνωστή μόνο μέσω των προϊόντων του, δηλαδή των στερεών πετρωμάτων ή των προϊόντων ηφαιστειακών εκρήξεων. Επειδή όμως το μ., πριν εκχυθεί στην επιφάνεια της Γης με μορφή λάβας ή πριν στερεοποιηθεί κατά τη διείσδυσή του ανάμεσα στα προϋπάρχοντα πετρώματα, υφίσταται μια διαφοροποίηση, που οφείλεται στην κρυστάλλωση ορισμένων από τα συστατικά του, η σύστασή του δεν μπορεί να μελετηθεί παρά μόνο έμμεσα. Στις μαγματικές μάζες υπάρχουν όλα σχεδόν τα γνωστά χημικά στοιχεία: διακρίνονται στερεά συστατικά (Fe2O3, Al2O3, SiO8, MnO, BaO, Na2O, Κ2Ο κ.ά.), που προκαλούν τον σχηματισμό στερεών προϊόντων, και πτητικά συστατικά που διατηρούνται σε υγρή ή αεριώδη κατάσταση, ακόμα και στη συνήθη θερμοκρασία (H2O, H2S, HF, CO2, CO, SO2, Cl, F κ.ά.). Τα μ. που περιέχουν άνω του 66% SiO2, χαρακτηρίζονται ως όξινα, ενώ όταν η περιεκτικότητα σε SiO2 είναι κάτω του 55%, τα μ. χαρακτηρίζονται ως υπερβασικά. Η υψηλή τάση των πτητικών συστατικών του μ. έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη εξάπλωσή του, είτε με διείσδυση είτε με έκχυση. Τα πτητικά συστατικά του μ. ονομάζονται και παράγοντες κρυστάλλωσης, επειδή κατά τη φάση της ψύξης του μ. ελαττώνουν το ιξώδες υποβοηθώντας έτσι την κρυστάλλωση των ορυκτών. Κατά την πήξη του μ. διακρίνονται τέσσερα στάδια κρυστάλλωσης: ορθομαγματικό (κρυστάλλωση των πιο δύστηκτων ορυκτών), πηγματιτικό (το μ. γίνεται πιο υδαρές, σχηματίζονται οι πηγματίτες), πνευματολυτικό (το μ. γίνεται ακόμα πιο υδαρές, τα πτητικά συστατικά αποβάλλονται ως ορυκτά σε μεγάλη απόσταση από τη μαγματική εστία) και υδροθερμικό (σχηματίζονται ορυκτά από την απόθεση συστατικών ένυδρων θερμών διαλυμάτων). Η κρυστάλλωση του μ. ακολουθεί ορισμένους νόμους.
* * *το (Α μάγμα)κάθε πυκνή, πηχτή και ευμάλακτη ύλη, όπως η ζύμη, το κερί, ο στόκος κ.ά., καθετί που μαλάσσεται ή μπορεί να ζυμωθείνεοελλ.1. η υποστάθμη, δηλαδή η πυκνόρρευστη ύλη που απομένει μετά την αφαίρεση τού υγρού μέρους μιας ουσίας2. γεωλ. φυσικό ευκίνητο πετρογενετικό υλικό σε κατάσταση πλήρους ή μερικής τήξης το οποίο δημιουργείται στο εσωτερικό τή Γης σε υψηλές θερμοκρασίες και που εκχύνεται στην επιφάνειά της με τη μορφή λάβας3. (φαρμ.) αιώρημα μεγάλης ποσότητας στερεού υλικού σε μικρή ποσότητα υγρούαρχ.έμπλαστρο, κατάπλασμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μαγ- (πρβλ. ἐ-μάγ-ην, παθ. αόρ. τού μάσσω «ζυμώνω, μαλάσσω») + κατάλ. -μα).
Dictionary of Greek. 2013.